where art is always in focus

29.1.16

ο Κάππα Λάμδα ανάμεσα...

14' διάβασμα


 

 

...στον Ντισντερί και τον Ναντάρ

δηλαδή αυτόν που καθιέρωσε τη φωτογραφία και αυτόν που την εξέλιξε.

Η σειρά του periopton που εξετάζει ιδιαίτερους φωτογράφους – δύο ή περισσότερους κάθε φορά- οι οποίοι μέσα στη μοναδικότητά τους παρουσιάζουν χαρακτηριστικές συγγένειες, αλλά ανιχνεύονται ταυτόχρονα και ειδοποιές διαφορές.

 

'Θέλω να διευκρινίσω και για τους δυο φωτογράφους, ότι ήταν τόσο χαρισματικές προσωπικότητες και τόσο ενδιαφέρουσες βιωματικά οι ζωές τους, που οποιαδήποτε προσπάθεια συντόμευσης του κειμένου χάριν οικονομίας χώρου, είχε σαν αποτέλεσμα την εμφάνιση λογικών χασμάτων'.

 

Ντισντερί ο ευρηματικός που έμεινε αμετακίνητα πιστός στην ιδέα του και τελικά βυθίστηκε μαζί της* και Ναντάρ  ο καινοτόμος που δεν δίσταζε (και) να προσαρμοστεί.


* (αυτή είναι μία εκδοχή η οποία αφορά την επινόηση των καρτ ντε βιζίτ και περιέχει όλα τα υλικά για να οικοδομηθεί ένας μύθος. Στον αντίποδα υπάρχει και μια άλλη εκδοχή, πλησιέστερη στην αλήθεια, η οποία αναφέρει ότι μετά την κατάρρευση της αυτοκρατορίας συνέπεια του γαλλο-πρωσικού πολέμου του 1870-71 και την πολιορκία και την καταστροφή του Παρισιού που ακολούθησε, σήμανε και το τέλος της καριέρας και της περιουσίας του 
Ντισντερί. Βλέπετε ο πρώην φωτογράφος του Ναπολέοντα ΙΙΙ δεν ήταν καθόλου ευπρόσδεκτος στο Δημοκρατικό Παρίσι).

 

 

Disdéri

Η ιστορία διαδραματίζεται κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1800 -την ίδια εποχή που η φωτογραφία άρχισε να εξαπλώνεται ραγδαία- στη Γαλλία, που απετέλεσε τον γενέθλιο τόπο και ειδικότερα στο Παρίσι, το κέντρο όλων των δραστηριοτήτων που σχετίζονταν με τη φωτογραφία. Αφορά δύο ανθρώπους των τεχνών και ήταν θέμα χρόνου η αναπόφευκτη στροφή τους προς την νέα δημιουργική έκφραση, η οποία θα άλλαζε ριζικά το πεδίο της απεικόνισης. Το δημοφιλέστερο μέσο της εποχής για να κάνει κάποιος εικόνες ήταν η δαγγεροτυπία, μία χρονοβόρα και κοπιαστική διαδικασία.

Έτσι, ο Αντρέ-Αδόλφος-Ευγένιος Ντισντερί, αρχικά δραστηριοποιημένος στη ζωγραφική και το θέατρο, στράφηκε στη φωτογραφία το 1847 και άρχισε να εργάζεται ως δαγγεροτύπης στη Βρέστη της Γαλλίας. Η ιδιαιτερότητα παραγωγής της δαγγεροτυπίας αλλά και η αυξανόμενη ανάγκη μαζικής παραγωγής εικόνων, ειδικότερα πορτραίτων, που η δημιουργία τους αποτελούσε την έντονη απαίτηση των αστών, πυροδότησαν μία ιδέα που κατέστησε αναγκαίο αξεσουάρ αλλά και αντικείμενο πόθου τη φωτογραφία. Επίσης υπήρξε η απαρχή της εξαιρετικά κερδοφόρας καριέρας του. Πρόκειται για τα πορτραίτα μεγέθους επισκεπτήριας κάρτας (καρτ ντε βιζίτ -101mm x 63mm ) τα οποία εφηύρε και άρχισε να υλοποιεί από το 1854 στο studio που είχε ήδη ανοίξει στο Παρίσι. Η τεχνική αυτή επέτρεπε την καταγραφή -από μία μηχανή τεσσάρων φακών- έως και οκτώ φωτογραφιών σε μία γυάλινη πλάκα και την μετέπειτα εκτύπωσή τους σε ένα φύλλο, τις οποίες μετά οι φωτογράφοι έκοβαν και επικολλούσαν σε χαρτόνι.

 

Η δημιουργία αυτών των εικόνων ήταν σαφώς μια  ευκολότερη αλλά και φθηνότερη διαδικασία απ'ότι αυτή των δαγγεροτυπιών, τις οποίες μοιραία εκτόπισαν. Η αρχική πρόθεση της καρτ ντε βιζίτ, δηλαδή η ύπαρξη μιας επισκεπτήριας κάρτας με εκτυπωμένο όχι το όνομα αλλά την φωτογραφία του κατόχου, γρήγορα αντικαταστάθηκε από μια πιο προσοδοφόρα χρήση. Εκείνη την εποχή, η αναπαραγωγή φωτογραφιών σε εφημερίδες και περιοδικά ήταν ανύπαρκτη. Η οικονομική καρτ ντε βιζίτ ήταν το ιδανικό υποκατάστατο για ένα κοινό που ανυπομονούσε να δεί, έστω και μέσω του φακού, την επακριβή εμφάνιση των ινδάλματων του (ο αυτοκράτορας, οι γνωστές φιγούρες των τραγουδιστών της όπερας, τι μόδα προτείνει η πριγκίπισσα κλπ.) Ένας κατάλογος από οκτώ χιλιάδες περισσότερο ή λιγότερο ευγενείς των οποίων τα πορτραίτα θα μπορούσαν να αγοραστούν για ένα ή δύο γαλλικά φράγκα. Ο αριθμός δε από απόψεις ιστορικών ή γραφικών τοποθεσιών ήταν τέσσερις φορές μεγαλύτερος.
Από αυτή την ευρέως διαδεδομένη κυκλοφορία αναδύεται το οικογενειακό άλμπουμ - ένας διαχρονικός θεσμός. Καθώς οι 
καρτ ντε βιζίτ συσσωρεύονταν άναρχα σε διάφορα σημεία του σπιτιού, ένα ειδικά σχεδιασμένο βιβλίο έτσι ώστε οι εικόνες θα μπορούσαν εύκολα να τοποθετηθούν, αποτελεί την ευφυέστερη λύση.

 

Παρά τον τεράστιο αριθμό των καρτ ντε βιζίτ τις οποίες ο Ντισντερί έκανε, και παρόλο που ο ίδιος, επέβλεπε μόνο την σωστή τοποθέτηση του μοντέλου, το αποτέλεσμά τους απήχε πολύ από την μαζική παραγωγή του φωτογράφου "διαβατηρίου". Οι φωτογραφίες του υπερείχαν σίγουρα από εκείνες των συγχρόνων του στο γούστο, στη φυσικότητα της πόζας, τη διευθέτηση της σύνθεσης και τη φωτογραφική ποιότητα. Επιπλέον, ποτέ δεν κατέφυγε στην εξ ολοκλήρου χρήση ζωγραφισμένων σκηνικών ή το ρετουσάρισμα με μολύβι-κοινή πρακτική μεταξύ άλλων. Οι φωτογραφίες του χαρακτηρίζονται από μια λιτή και αξιοπρεπή συνθετική απλότητα και σε ένα έλεγχο της λεπτομέρειας που ακόμα και σήμερα μόνο οι καλύτεροι φωτογράφοι κατέχουν. Ωστόσο, όπως πολύ συχνά συμβαίνει, επειδή ο Ντισντερί ήταν ένας απίστευτα επιτυχημένος εμπορικός φωτογράφος, η καλλιτεχνική ικανότητα του έχει σε μεγάλο βαθμό και αγνοηθεί και παραμεληθεί. Επιπλέον, οι «art» φωτογράφοι εκείνης της εποχής, Άνταμ Σάλομον και Ναντάρ, διακωμωδούσαν τις προσπάθειές του σαν μία αποκλειστικά "εμπορική" παραγωγή.
Κατά παρέκκλιση, ο Γιόζεφ Μαρία Έντερ, στο αξιόπιστο έργο του "Ιστορία της Φωτογραφίας", έγραψε ότι «τα εύσημα για τη θέσπιση της φωτογραφίας σαν μια επιχείρηση, με την καλλιτεχνική άποψη πάντα στο μυαλό, απονέμονται αναμφισβήτητα στον Ντισντερί στο Παρίσι."
Το 1871, ο 
Ντισντερί μισθώθηκε για να φωτογραφίσει την Παρισινή Κομμούνα, μια βραχύβια, αιματηρή όμως εξέγερση. Ο Ντισντερί σίγουρα δεν ήταν πολεμικός φωτογράφος, ούτε ήταν εκπαιδευμένος γι'αυτό. Όπως και άλλοι φωτογράφοι που κάλυπταν την Κομμούνα, άρχισε να φωτογραφίζει τις κτηριακές ζημιές που προκλήθηκαν από την εξέγερση. Στη συνέχεια του ανατέθηκε να φωτογραφίσει τους ανθρώπους που έχασαν τη ζωή τους στις συγκρούσεις. Αρκετές εικόνες των στασιαστών που βρίσκονται μέσα σε φέρετρα φωτογραφήθηκαν από τον Ντισντερί. Αλλά δεν μετέτρεψε αυτές τις φωτογραφίες σε εμπορεύσιμο προϊόν, και δεν κέρδισε χρήματα απ'αυτές.

 

νεκροί κομμουνάροι

γιλέκο διάτρητο από σφαίρες,
Παρισινή κομμούνα 1857

Τέλος, η κυριαρχία των καρτ ντε βιζίτ άρχισε να αμφισβητείται από ένα νέο είδος λίγο...ρόζ, που διεκδικούσε την προτίμηση του κοινού. Ήταν η "γαλλική cart postal" και παρά το γεγονός ότι αποκηρύχθηκε απο τους καλύτερους φωτογράφους και υπέστη μία έντονη επίθεση απο τον Ντισντερί, παρ'όλα αυτά επικράτησε πετώντας στα αζήτητα την εφεύρεσή του. Έτσι ο πλουσιότερος φωτογράφος παγκόσμια -υπολογίζεται ότι αποκόμιζε απο τις φωτογραφίες του ετήσια, γύρω στα 12,00,000 γαλλικά φράγκα, ποσό τεράστιο ακόμα και για τα σημερινά δεδομένα- κατέληξε φωτογράφος "παραλίας" και πέθανε πένης στη Νίκαια το 1890, ένας  κωφός και -μερικώς- τυφλός γέρος. 


πόδια χορευτριών της Όπερας

“Le Panthéon de Paris”
μοντάζ από 380 cartes de visite

ταχυδακτυλουργός


ο ταυρομάχος Cayetano Sanz

     Παράλληλα, τον ίδιο χρόνο στην ίδια πόλη, ο Γκασπάρ Φελίξ Τουρνασόν, περισσότερο γνωστός από το επαγγελματικό του όνομα Ναντάρ, ανοίγει το δικό του studio. Αντικείμενο; ίδιο μ'αυτό του Ντισντερί. Πορτραίτα και καρτ ντε βιζίτ. 

 

Φελίξ Ναντάρ

Την επινόηση του Ντισντερί βέβαια με την αυξανόμενη δημοτικότητα, την ενέταξε απρόθυμα στο έργο του, θεωρώντας τις παραγόμενες εικόνες εικαστικά αδύναμες και όπως δήλωνε και ο ίδιος στο αυτοβιογραφικό 'Quand j'étais photographe', "ήταν καταστροφικές, αλλά θα έπρεπε να ενδώσω, δηλαδή, ή να ακολουθήσω την τάση ή να παραιτηθώ".  Εκεί δημιουργεί πορτραίτα υψηλής ποιότητας αλλά και ευκρίνειας χρησιμοποιώντας πλάκες 19χ25εκ. Αυτό σε συνδυασμό με τις κοινωνικές του επαφές έκαναν τη φήμη του να εξαπλωθεί. Ανάμεσα στους φωτογραφιζόμενους περιλαμβάνονται πολλές από τις σημαντικότερες προσωπικότητες της περιόδου, στον χώρο της τέχνης, όπως οι συγγραφείς Βίκτωρ Ουγκό και Ιούλιος Βερν, οι καλλιτέχνες Ωγκύστ Ροντέν και Κλωντ Μονέ και συνθέτες συμπεριλαμβανομένων των Φραντς Λιστ και Κλωντ Ντεμπισί. Βέβαια καλό θα ήταν να τονιστεί ότι άσχετα από την οποιαδήποτε κοινωνική του "ευλυγισία", ο Ναντάρ υπήρξε ένας σημαντικός πρωτοπόρος του μέσου της φωτογραφίας ως μια μορφή τέχνης, κατορθώνοντας επίσης να διευρύνει και τα τεχνικά όριά της. Απέφευγε γενικά -όπως και ο Ντισντερί- να περιλαμβάνει στις εικόνες του διάφορα βοηθητικά αντικείμενα και ζωγραφισμένα φόντα που χρησιμοποιούσαν πολλοί από τους συγχρόνους του, και προσπάθησε να επικεντρώσει την προσοχή στο πρόσωπο και την προσωπικότητα των φωτογραφιζομένων. Φωτογράφιζε αρχικά τα θέματά του σε μια αυλή, χρησιμοποιώντας το φυσικό φως και τοποθετούσε τα μοντέλα του, έτσι ώστε η μία πλευρά του προσώπου ήταν πιο φωτισμένη από την άλλη, δίνοντάς του σχήμα και σαφήνεια. Πίστευε ότι οι φωτογράφοι δεν ήταν απλώς χειριστές μιας συσκευής καταγραφής, αλλά καλλιτέχνες που απαιτείτο να διαθέτουν την κρίση, την ικανότητα και την ευαισθησία ώστε να δημιουργήσουν τις καλύτερες εικόνες.

"Η θεωρία της φωτογραφίας μπορεί να διδαχθεί σε μια ώρα και το τεχνικό μέρος σε μια μέρα", έγραψε το 1857. «Αυτό που δεν μπορεί να διδαχθεί είναι η αίσθηση του φωτός, μια καλλιτεχνική αίσθηση για τις επιπτώσεις της μεταβολής της φωτεινότητας και των συνδυασμών της , είναι η εφαρμογή του ενός ή του άλλου εφέ ανάλογα με τη φύση του προσώπου, το οποίο θα πρέπει να αναπαράγετε ως καλλιτέχνες. ".
"Αυτό που επίσης δεν μπορεί να μάθει κάποιος είναι η ηθική αντίληψη του θέματος - αυτή η στιγμιαία κατανόηση που σας φέρνει σε επαφή με το μοντέλο, σας βοηθά για μία συνοπτική περιγραφή του, σας καθοδηγεί με τις συνήθειές του, τις ιδέες του και τον χαρακτήρα του και σας δίνει τη δυνατότητα να δημιουργήσετε, όχι μία αδιάφορη αναπαραγωγή, ένα θέμα ρουτίνας ή ατυχήματος, όπως κάθε βοηθός εργαστηρίου θα μπορούσε να επιτύχει, αλλά μια πραγματικά αποδεκτή, πειστική και καθ 'ομοίωσιν εικόνα, ένα οικείο πορτραίτο ».
- Nadar, Revendication, 1 857, part 2. 

 

Παρισινό μπουλβάρ

Σάρα Μπερνάρ

Σαρλ Μπωντλαίρ

Καμίλ Κορό

Ευγένιος Ντελακρουά

Εντουάρ Μανέ

Μιμί

Ανήσυχος και πολυπράγμων, ήταν ο πρώτος που πραγματοποίησε εναέριες φωτογραφίες, ανεβάζοντας μάλιστα την ογκώδη μηχανή του με ένα αερόστατο στον ουρανό, πάνω από το Παρίσι, το κατέγραψε για πρώτη φορά από ψηλά [το εγχείρημά του δε αυτό ενέπνευσε τον Ιούλιο Βερν για τη συγγραφή του μυθιστορήματος 'πέντε εβδομάδες σ'ένα αερόστατο'(1863)].

 


Αποτύπωσε επίσης την παρισινή υπόγεια ρυμοτομία -δίκτυο υπονόμων και κατακόμβες- μεταφέροντας εκεί τον δυσμετακίνητο φωτογραφικό εξοπλισμό του, δημιουργώντας έτσι την πρώτη "επί τόπου" φωτογραφία. Φωτίζει το σκοτεινό τοπίο χρησιμοποιώντας τεχνητό φως, το οποίο παράγεται από λαμπτήρες τόξου άνθρακα που τροφοδοτούνται από μπαταρίες Bunsen. 

 



 Το 1886, παρήγαγε την πρώτη "φωτογραφική συνέντευξη", η οποία έδειχνε τον Ναντάρ να συνομιλεί με τον χημικό Μισέλ Εζέν Σεβρέλ με αφορμή τα 100ά γενέθλιά του τελευταίου. Ήταν μια πρωτοποριακή σειρά από εικόνες που έχουν σκηνοθετηθεί από τον Ναντάρ, αλλά φωτογραφήθηκαν από τον γιο του, τον Πολ. Κάθε μία ήταν σχολιασμένη με μια παράγραφο με αποσπάσματα από τη συζήτηση. Το έργο αυτό του Ναντάρ κατέληξε να δώσει μια εντελώς νέα κατεύθυνση στο φωτορεπορτάζ. 

 



"σημείωσε ότι δεν αρνούμαι ό, τι δεν μπορώ να εξηγήσω, αλλά θα έλεγα ότι πρέπει να μου αποδειχθεί, ώστε να το αντιληφθώ"

Το πιο αξιοσημείωτο γεγονός στην καλλιτεχνική του καριέρα συνέβει το 1874 όταν ο Ναντάρ μισθώνει το στούντιό του σε μια ομάδα απορριφθέντων -από τα επίσημα σαλόνια- ζωγράφων (ο ακαδημαϊσμός βλέπετε) για να εκθέσουν τα έργα τους. Αυτό το γεγονός βέβαια δεν αποτελούσε μια συνηθισμένη έκθεση∙ οι απορριφθέντες ζωγράφοι δεν είναι άλλοι από τους Ρενουάρ, Μονέ, Πισσαρό, Μοριζό, Ντεγκά, Σίσλι, Μπουντέν και Σεζάν. Ήταν η πρώτη έκθεση των ιμπρεσιονιστών και συνέδεσε έκτοτε τον Ναντάρ με την ιστορία του ιμπρεσιονισμού. Για την ιστορία, η έκθεση κατά γενική παραδοχή ήταν μια αποτυχία. Ο Ρενουάρ, ένας από την ομάδα που συμμετείχε στην έκθεση, έιχε πεί: "Το μόνο πράγμα που αποκομίσαμε από αυτό το γεγονός ήταν η ετικέτα "ιμπρεσιονισμός", ένα όνομα που σιχαίνομαι." (από το "Looking at Photographs" του Τζον Σαρκόφσκι).

Το 1891 μεταβίβασε το στούντιο στο γιό του και ασχολήθηκε έκτοτε με φωτογραφικές εκδόσεις και με τη συγγραφή των απομνημονευμάτων του.

 

πορτραίτο του Ζαν Σαρλ Ντεμπυρό (1829-73) σαν Πιερότος, c.1850-60
Ισως η πιο εμβληματική φωτογραφία του Ναντάρ.
Θα μπορούσε να έχει τον τίτλο το πνεύμα της φωτογραφίας.
Μία χειρονομία πρόσκλησης συμμετοχής στη φωτογραφική διαδικασία.

 

Δείτε επίσης:

 

ανάμεσα στον Nicéphore Niépce και τον Hércules Florence

 

ανάμεσα στον Raymond Cauchetier και τον Stanley Kubrick

 

ανάμεσα στην Βίβιαν Μάιερ & τον Σολ Λάιτερ

 

ανάμεσα στον Τζέιμς Μπίντγκουντ και τους Πιερ & Ζυλ

 

ανάμεσα στους Μπέκερ και στους Μπλούμε

 

 
επιμέλεια-κείμενο: Κάππα Λάμδα
© periopton


Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας
η καθ΄οιονδήποτε τρόπο χρήση/αναπαραγωγή/ιδιοποίηση
του παρόντος άρθρου (ολόκληρου ή αποσπασμάτων)

 

βιβλιογραφία:

History of photography - Josef Maria Eder(1978)

Nadar the photographer - MoMA (1995)

encyclopedia of Nineteenth-Century Photography- Routledge(2008)

"Looking at Photographs" - ΜοΜΑ