where art is always in focus

11.2.19

ο Κάππα Λάμδα ανάμεσα...

 8' διάβασμα

 

 

στον Ρεϊμόν Κοσετιέ και τον Στάνλεϊ Κούμπρικ

 

Η σειρά του periopton που εξετάζει ιδιαίτερους φωτογράφους – δύο ή περισσότερους κάθε φορά- οι οποίοι μέσα στη μοναδικότητά τους παρουσιάζουν χαρακτηριστικές συγγένειες, αλλά ανιχνεύονται ταυτόχρονα και ειδοποιές διαφορές.

 

Ένας φωτογράφος καταγράφει τη γέννηση του νέου κύματος του Γαλλικού κινηματογράφου και ένας σκηνοθέτης αποτυπώνει φωτογραφικά, έντονες εικόνες που χαρακτηρίζουν την εποχή του.

 

Πέρα όμως από την ομοείδεια του καταγραφικού μέσου, κανένα άλλο δεδομένο δεν αιτιολογεί μια κοινή πορεία. Υπάρχει διάσταση κατά την αισθητική προσέγγιση, τη φιλοσοφική θεώρηση και τη σκηνοθετική αντίληψη.

"Ο φωτογράφος πρέπει να ξεχαστεί. Είναι μια σκιά. Δεν θα πρέπει να ενοχλεί κανέναν. Ούτε τους τεχνικούς ούτε τους ηθοποιούς. Η δουλειά του δεν θα εκτιμηθεί παρά πολύ αργότερα, μερικές φορές μετά το τέλος των γυρισμάτων, όταν θα αποτελέσει πραγματικά τη μνήμη της ταινίας" πίστευε ο Κοσετιέ.

Απ'την άλλη πλευρά, υπήρχαν φορές που ο Κιούμπρικ ήθελε να συμπεριλάβει τον εαυτό του στα φωτογραφικά στιγμιότυπα. Σε αυτή την περίπτωση η εικόνα γρήγορα εξελισσόταν σε αυτοπροσωπογραφία, με επίκεντρο -βέβαια- τον ίδιο.

Το πρώτο βήμα του Στάνλεϊ Κούμπρικ στις εικαστικές τέχνες έγινε με τον παραδοσιακό τρόπο. Στην ηλικία   των δεκατριών ετών, ο πατέρας του Τζέικομπ Κιούμπρικ, του έδωσε μια μεταχειρισμένη κάμερα Graflex. Ξεκίνησε φωτογραφίζοντας εικόνες της καθημερινής ζωής στη Νέα Υόρκη και εμφανίζοντάς τις στο σκοτεινό θάλαμο που έστησε στο σπίτι του. Τον Απρίλιο του 1945, οι ΗΠΑ έχασαν τον Φράνκλιν Ντ. Ρούσβελτ, που ήταν ευρέως αποδεκτός ως ο τρίτος πιο δημοφιλής Πρόεδρος μετά τον Αβράμ Λίνκολν και τον Τζορτζ Ουάσινγκτον. Ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος συνεχιζόταν.

 

Κιούμπρικ

Σ' αυτήν τη χρονική περίοδο, η φωτογραφία του Κιούμπρικ με τον πωλητή περιοδικών να κάθεται σκυθρωπός, ενώ περιβάλλεται από εφημερίδες που ανακοινώνουν το θάνατο του Ρούζβελτ, χωρίς αμφιβολία κατέγραφε τη διάθεση της χώρας. Μολονότι δεκαέξι ετών, ο Κιούμπρικ πούλησε την συγκεκριμένη εικόνα στο περιοδικό Look για ένα ποσό που θα αντιστοιχούσε σήμερα -περίπου- στα 330 δολάρια και αυτό σήμανε την έναρξη της σταδιοδρομίας του στο περιοδικό.

 

φωτογραφία εφημεριδοπώλη,
την ημέρα θανάτου του προέδρου
Φράνκλιν Ντ. Ρούζβελτ - 1945

Η εμμονή του Στάνλεϊ Κούμπρικ στην τελειότητα είναι φημισμένη (ρωτήστε όσους εργάστηκαν μαζί του) και γι' αυτό δεν προκαλεί έκπληξη η αποκάλυψη πως η εικόνα του πωλητή εφημερίδων ήταν, στην πραγματικότητα, σκηνοθετημένη και επαναλήφθηκε όσες φορές χρειάστηκε για να αποκομίσει ο φωτογράφος τη ζητούμενη έκφραση. Την εποχή που η φωτοειδησεογραφία θεωρείτο απολύτως αληθινή και ανεπιτήδευτη, ένα παιδί ενδιαφέρθηκε περισσότερο να μεταφέρει την ουσία της αλήθειας παρά μια κυριολεκτική ερμηνεία της λέξης. Οπως έλεγε και ο ίδιος, "το πραγματικό είναι καλό, το ενδιαφέρον όμως είναι καλύτερο." Αυτό ίσως ήταν το πρώτο γνωστό παράδειγμα των πειραμάτων του Κούμπρικ με τη σκηνοθεσία. Ωστόσο, έγινε γρήγορα ένα επαναλαμβανόμενο μοτίβο σε όλα τα φωτογραφικά έργα του και, στη συνέχεια, στις ταινίες του και έτσι η ευχαρίστηση του Κούμπρικ να σκηνοθετεί και η αγάπη του για τη σύνθεση έγινε εμφανής.

Οι φωτοειδησεογραφικές του εικόνες δείχνουν μια νεορεαλιστική πλευρά του κόσμου και της καθημερινότητας. Αυτό μπορεί να ανιχνευθεί στις φωτογραφίες του με τις διασημότητες, τους μουσικούς και τους κοσμικούς, όπου αγνοώντας την αίγλη και τη φήμη, επιλέγει αντ'αυτών, να δείξει την καθημερινή πλευρά της ζωής. Συχνά έκρυβε τη φωτογραφική μηχανή του σε μια χάρτινη σακούλα για να αποφύγει να τραβήξει την προσοχή. Επίσης δείχνουν μια κλίση προς αυτό που θα θεωρούσαμε σαν τη σκοτεινή πλευρά των θεμάτων του. Οι εικόνες του αποτελούσαν συχνά, τόσο ένα ψυχολογικό προφίλ, όσο και το χαρακτηριστικό αφήγημα της ιστορίας του θέματος . Μέσω της χρήσης της αντίθεσης και των σκιών, πάντα προσέφερε έναν αέρα μυστηρίου και δράματος σαν να πρότεινε "εδώ είναι ό,τι έχω να σας δείξω, αλλά είναι όντως μόνον αυτό;" 










Ο Ρεϊμόν Κοσετιέ ήταν αυτοδίδακτος φωτογράφος που τράβηξε τις πρώτες του φωτογραφίες κατά τη θητεία του, ως φωτορεπόρτερ, στον πόλεμο του Βιετνάμ -τότε Ινδοκίνα.

 

Ρεϊμόν Κοσετιέ

Σαϊγκόν, 1955
© Ρεϊμόν Κοσετιέ

Με την επιστροφή του στο Παρίσι, δεν μπόρεσε να βρει δουλειά ως φωτορεπόρτερ και, αντίθετα, προσλήφθηκε σαν φωτογράφος για φωτο-ρομάντσα, ένα είδος φωτογραφικού μυθιστορήματος, από τον εκδότη Υμπέρ Σερά. Μέσω του Σερά ο Κοσετιέ άρχισε να αναμειγνύεται με έναν κύκλο νέων κριτικών κινηματογράφου και σκηνοθετών, που οδήγησαν στην εμπλοκή του στο 'Νέο Κύμα' (Nouvelle Vague) του γαλλικού κινηματογράφου, που κράτησε μέχρι το 1968, με τον ίδιο να τεκμηριώνει φωτογραφικά το κίνημα και τους πρωτεργάτες του. Μεταξύ αυτών ήταν ο Φρανσουά Τρυφώ και ο Ζαν-Λικ Γκοντάρ, κριτικός κινηματογράφου εκείνη την εποχή. Ο Γκοντάρ έκανε το ντεμπούτο του στον κινηματογράφο, με το έργο "με κομμένη την ανάσα" (Bout de Souffle -1960), με τον Ζαν-Πολ Μπελμοντό και την Τζιν Σίμπεργκ και πρότεινε στον Κοσετιέ να καταγράψει φωτογραφικά την όλη προσπάθεια δημιουργίας της ταινίας, που απετέλεσε -τελικά- τον ακρογωνιαίο λίθο αυτού του κινήματος.

 

O Ζαν-Πολ Μπελμοντό και η Τζιν Σίμπεργκ
στην εμβληματική φωτογραφία
που χαρακτήρισε όλη τη Νουβέλ Βαγκ
© Ρεϊμόν Κοσετιέ

Σε αντίθεση με τους άλλους φωτογράφους πλατώ, που είχαν σκοπό να δημιουργήσουν φωτογραφίες, που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για την διαφημιστική προώθηση του κινηματογραφικού έργου, ο Κοσετιέ προσέγγισε το σετ ως φωτορεπόρτερ, καταθέτοντας την δική του μαρτυρία γι'αυτήν την καθοριστική στιγμή στην κινηματογραφική ιστορία. Σαν αποτέλεσμα, προέκυψαν εικόνες που αποτυπώνουν με οξυδέρκεια την ιδιοφυΐα του Γκοντάρ και τεκμηριώνουν τις εξαιρετικά ανορθόδοξες μεθόδους του.

 

‘Με κομμένη την ανάσα’ (A Bout de Souffle)
(Studio rue Campagne-Premiere)
© Ρεϊμόν Κοσετιέ

'Αντίο Φιλιππίνες'
(Travelling – Calvi (Corse)
© Ρεϊμόν Κοσετιέ

'Λόλα' (Nantes)
© Ρεϊμόν Κοσετιέ

‘Με κομμένη την ανάσα’ (A Bout de Souffle)
© Ρεϊμόν Κοσετιέ

Φρανσουά Τρυφώ
© Ρεϊμόν Κοσετιέ

Φρανσουά Τρυφώ
© Ρεϊμόν Κοσετιέ

Απαλό Δέρμα (LA PEAU DOUCE) (1964)
Ο Φρασουά Τρυφώ σκηνοθετεί,
ο Ζαν Ντεζαγί είναι οπερατέρ  
Το τράβελινγκ επιτυγχάνεται
με την τοποθέτηση της μηχανής
στην οροφή ενός Citroën Dyna

'Ζυλ και Ζιμ'
Ο Φρανσουά Τρυφώ ανάβει τσιγάρο σ’έναν κομπάρσο
© Ρεϊμόν Κοσετιέ-1962

ο οπερατέρ Ραούλ Κουτάρ
κινηματογραφεί το ‘Με κομμένη την ανάσα’
από μια Παρισινή ταράτσα
© Ρεϊμόν Κοσετιέ

συνεργείο κινηματογραφεί
τα ‘κλεμμένα φιλιά’ (baisers volés) c.1968
© Ρεϊμόν Κοσετιέ

κινηματογραφώντας το ‘Αντίο Φιλιππίνες’ c.1961
© Ρεϊμόν Κοσετιέ

κινηματογραφώντας ‘Η γυναίκα είναι γυναίκα’
(une femme est une femme) c.1960
© Ρεϊμόν Κοσετιέ

 Αλλά όπως αναφέρει ο ίδιος: "οι φωτογραφίες μου παρέμειναν αδημοσίευτες για περισσότερα από 30 χρόνια, χαμένες σε σκονισμένα κιβώτια. Μόνον το 1992 αναστήθηκαν και άρχισα και εγώ να 'υπάρχω'." Μία μορφή ύπαρξης, αυτή του επαναστατικού, του πρωτοποριακού, αυτή την αποθέωση της ελευθερίας πνεύματος, είναι που αντανακλούν και οι φωτογραφίες του.

 

'Ζυλ και Ζιμ',
Charenton-le-Pont, France, 1961



 
Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας
η καθ΄οιονδήποτε τρόπο χρήση/αναπαραγωγή/ιδιοποίηση
του παρόντος άρθρου (ολόκληρου ή αποσπασμάτων)