where art is always in focus

30.10.23

ΧΡΟΝΟΡΑΜΑ. Φωτογραφικοί Θησαυροί του Εικοστού Αιώνα

9' διάβασμα

 

 

 

 

Το 'Χρονόραμα' είναι η πρώτη μεγάλη έκθεση εξαίσιων εικόνων από τα αρχεία της Κοντέ Ναστ, μέρος των οποίων αποκτήθηκε πρόσφατα από τη Συλλογή Πινό. Η έκθεση, που πραγματοποιείται στη Βενετία, περιλαμβάνει περισσότερα από 400 έργα, που ζωντανεύουν τον εικοστό αιώνα μέσα από μερικά από τα πιο καθοριστικά γεγονότα, κοινωνικά φαινόμενα και επιφανείς προσωπικότητες. Το 'Χρονόραμα' είναι, ωστόσο, αναμφίβολα και μια ιστορία εκδόσεων, δημοσιογραφίας και θαρραλέων επιλογών -όπως αναφέρει η Άννα Γουίντουρ στην εισαγωγή της στον κατάλογο της έκθεσης, στοιχεία τα οποία επισημαίνονται και από τα συναρπαστικά verso ορισμένων από τις φωτογραφίες που εκτίθενται, με τις σφραγίδες, τις εκδοτικές σημειώσεις, τις ημερομηνίες, την αρχειακή αρίθμηση και τις λεζάντες, ή τα αντίγραφα της ίδιας λήψης με διαφορετικά παραδείγματα μετα-παραγωγής και ρετούς, τα οποία μερικές φορές παρακάμπτουν την αρχική ιδέα του φωτογράφου.

 

Φράνκο Ρουμπαρτέλι,
Βερούσκα, το κεφάλι της να περιβάλλεται από κύκλους
από πλεγμένα χρυσά μαλλιά, Αίγυπτος, 1967, Vogue
© Condé Nast. Hair stylist Ara Gallant

 

Οι φωτογραφίες που προορίζονταν για τις σελίδες των περιοδικών "Vogue", "Vanity Fair", "House & Garden", "GQ", "Mademoiselle" και "Glamour", οι οποίες αποστέλλοντο από φωτογράφους στα εκδοτικά γραφεία της Νέας Υόρκης, του Λονδίνου και του Παρισιού ως εικαστικό υπόβαθρο για άρθρα ή διαφημίσεις, παρουσιάζονται στην έκθεση εκτός εκδοτικού πλαισίου και αντιμετωπίζονται ως αυτοτελή έργα τέχνης.

 

 

Οι επισκέπτες καλούνται να τις παρατηρήσουν για να ανασυνθέσουν ένα οπτικό μωσαϊκό όπου τοποθετούνται τόσο γνωστά αριστουργήματα της φωτογραφικής τέχνης όσο και εικόνες που δεν είχαν δημοσιευτεί ποτέ. Η έκθεση μπορεί να ξεκίνησε ως μια αναδρομή στο παρελθόν, αλλά είναι επίσης μια πρόσκληση για ενδοσκόπηση - την ενδοσκόπηση ενός δυτικού κόσμου που όχι μόνο διαισθάνθηκε τη δύναμη της εικόνας, αλλά και επινόησε τη γλώσσα της. Καλύπτει ένα χρονολογικό τόξο που εκτείνεται από τη δεκαετία του 1910, μια περίοδο κατά την οποία η φωτογραφία στον έντυπο Τύπο συμβαδίζει με την εικονογράφηση, έως τα τέλη της δεκαετίας του 1970, μια εποχή κατά την οποία άλλαξαν οι νόμοι περί πνευματικών δικαιωμάτων στις Ηνωμένες Πολιτείες (ο νόμος περί πνευματικών δικαιωμάτων ψηφίστηκε το 1976) και η φωτογραφία σταδιακά μετασχηματίστηκε, με τη χρήση έγχρωμων φωτογραφιών και διαφανειών, μέχρι την ολοκληρωτική αποϋλοποίησή της με την έλευση της ψηφιακής φωτογραφίας.

 

Νταϊάν και Άλαν Άρμπους,
Κάθυ Σλέιτ με μια κούκλα σε καροτσάκι (1953),
'Vogue'.

Άντολφ ντι Μάιερ,
μικρό κορίτσι που κάθεται σε ένα μικρό τραπέζι
δίπλα στο μια υδρόγειο σφαίρα (1919), Vogue.

 

Η ιστορία ξεκινάει το 1909, όταν ο Αμερικανός εκδότης Κοντέ Μοντρόζ-Ναστ  (1873-1942) εξαγόρασε το προβληματικό εβδομαδιαίο περιοδικό "Vogue" για να το κάνει έντυπο που απευθυνόταν σε ένα πιο μορφωμένο και κομψό κοινό.
Η εταιρεία μελέτησε το γούστο της σύγχρονης γυναίκας, εμπνεύστηκε από την παρισινή "Gazette du Bon Ton" και μετέτρεψε τη "Vogue" σε "αριστοκρατικό" δεκαπενθήμερο περιοδικό προκειμένου να προσφέρει στις αναγνώστριές του "τις τελευταίες τάσεις της μόδας, της ενδυμασίας, της μουσικής, της τέχνης, των βιβλίων και του θεάτρου", επίσης από το εξωτερικό. Σκεφτείτε ένα ποιοτικό προϊόν, σε γυαλιστερό χαρτί, με τη συμβολή των καλύτερων επαγγελματιών του χώρου, όπως η έλεν Ντράιντεν και ο Τζορτζ Γουλφ Πλανκ για την εικονογράφηση, ο Άντολφ ντι Μάιερ και ο Μορίς Γκόλντμπεργκ για τη φωτογραφία. Ήταν η εποχή των Ρωσικών Μπαλέτων, των ρεπορτάζ για το χορό και τον βωβό κινηματογράφο- οι φωτογραφίες μόδας έδιναν μεγάλη προσοχή στην κίνηση και ήταν επίσης επηρεασμένες από την αισθητική του κυβισμού.

 


 

Τη δεκαετία του 1920, το Παρίσι των "années folles" είναι η αδιαμφισβήτητη πρωτεύουσα του στυλ και οι πρωτοποριακοί καλλιτέχνες από όλο τον κόσμο συγκλίνουν εκεί. Τα πάρτι και τα ρούχα των μοντέρνων προσωπικοτήτων καταγράφονται από φωτογράφους όπως ο Τζορτζ Χόινινγκεν-Χούνε, αν και η πιο καινοτόμος προσέγγιση αντιπροσωπεύεται από τις αντιθετικές, μοντερνιστικές λήψεις του έντουαρντ Στάιχεν, που προσλήφθηκε από τον Ναστ ως διευθυντής φωτογραφίας το 1923, θέση που θα διατηρούσε μέχρι το 1937.

 

Τζορτζ Χόινινγκεν-Χούνε,
Ζοζεφίν Μπέικερ (1927), Vanity Fair

Έντουαρντ Στάιχεν,
η ηθοποιός Άννα Μέι Γουόνγκ (1930),
Vanity Fair

 

Στα αρχεία της αμερικανικής εκδοτικής εταιρείας φυλάσσονται οι επιμελημένες φωτογραφικές εκτυπώσεις του Στάιχεν, σχεδόν αφηρημένες ασπρόμαυρες εικόνες και τυπικά πορτρέτα, επηρεασμένα από τον υπερρεαλισμό και τη Νέα Αντικειμενικότητα.
Η εικόνα της γυναίκας που προτείνεται από τη "Vogue" και το "Vanity Fair", η οποία ντύνεται με Σανέλ και Πατού, οδηγεί αυτοκίνητο και ταξιδεύει με υπερωκεάνιο, αντανακλά επίσης ορισμένα από τα κοινωνικά επιτεύγματα εκείνων των ετών, όπως το δικαίωμα ψήφου των γυναικών, που χορηγήθηκε στις Ηνωμένες Πολιτείες (μόνο στις λευκές γυναίκες) το 1920 και στην Αγγλία το 1928.
Μετά την κρίση του 1929, ακόμη και στο ζοφερό πολιτικό κλίμα των ετών που οδήγησαν στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, επικράτησε η επιθυμία για πολυτέλεια και κοσμοπολίτικη αίγλη και τα περιοδικά γέμισαν με πορτρέτα ηθοποιών του κινηματογράφου, ακόμη και ανδρικών προσωπικοτήτων όπως καλλιτέχνες, πολιτικοί και αθλητές. Οι Σέσιλ Μπίτον, Χορστ Π. Χορστ, Έργουιν Μπλούμεφελντ εργάστηκαν επίσης για τη "Vogue"- δημοσιεύονται επίσης λήψεις από τους Έντουαρντ Γουέστον, Αντρέ Κερτέζ, Μάργκαρετ Μπουρκ-Γουάιτ, Μαν Ρέι, του νεοσύστατου πρακτορείο Magnum.

 

Σέσιλ Μπίτον,
η ηθοποιός Μάρλεν Ντίτριχ

Σέσιλ Μπίτον,
η ηθοποιός Άννα Μανιάνι (1963),
Vogue.

 

Στις αρχές της δεκαετίας του 1940, ιδίως μετά την είσοδο των Ηνωμένων Πολιτειών στη σύρραξη το 1941, η "Vogue" παραχώρησε περισσότερο χώρο στην επικαιρότητα και το ρεπορτάζ: οι φωτογραφίες της Λι Μίλερ, πολεμικής ανταποκρίτριας στην Ευρώπη, και του Ρομπέρ Ντουανό ήταν διάσημες. Μετά το τέλος του πολέμου, η υψηλή ραπτική αναγεννήθηκε στο Παρίσι, ενώ στις Ηνωμένες Πολιτείες αναζητήθηκε η πρακτικότητα και ο εκσυγχρονισμός για τη νέα εργαζόμενη γυναίκα. Στην πιο ελεύθερη και πιο ισότιμη κοινωνία που προέκυψε από τον πόλεμο, η μόδα, και συνεπώς οι σελίδες της "Vogue", άνοιξαν σε νέα ακροατήρια και νέες αγορές. Καταξιωμένες ή ανερχόμενες διασημότητες φορούσαν τα ρούχα κορυφαίων σχεδιαστών- σε φωτογραφίες μόδας και στις "νεκρές φύσεις", επιβάλλεται το καινοτόμο και καυστικό στυλ του Ίρβινγκ Πεν, ο οποίος είχε επιστρέψει στη Νέα Υόρκη από τον πόλεμο, επηρεασμένος από το παρελθόν του ως ζωγράφος και τον ακριβείας, που επιθυμούσε έντονα ο θρυλικός διευθυντής σύνταξης Αλεξάντερ Λίμπερμαν. Στη δεκαετία του 1950, εκτός από τον Πεν, συνεργάτες του ήταν ο Ερνστ Χάας, ο Τζον Ντικιν, η Νταϊάν και Άλαν Άρμπους και ο Γουίτζι, με τα καρικατουρίστικα πορτραίτα και τις εγκληματολογικές φωτογραφίες του.
 

Η δεκαετία του 1960 ήταν η δεκαετία της αναζήτησης της αλλαγής στον πολιτικό, κοινωνικό και πολιτιστικό τομέα: από τη μόδα μέχρι την πολιτική, από τη μουσική μέχρι τον αθλητισμό. Χάρη και στην Νταϊάνα Βρίλαντ, αναπληρώτρια αρχισυντάκτρια της αμερικανικής έκδοσης της "Vogue" από το 1962 έως το 1971, οι νέες εποχές περιγράφονται -και διαμορφώνονται- από τις λήψεις που απαθανατίζουν τις πιο καινοτόμες και τολμηρές τάσεις. Εκτός από τον "κλασικό" πλέον Ίρβινγκ Πεν, το στίγμα τους δίνουν, μεταξύ άλλων, οι Μπερτ Στρεν (οι λήψεις του πολύ νεαρού μοντέλου Τουίγκι είναι εμβληματικές), Ντέιβιντ Μπέιλι, Πάτρικ Λίχφιλντ, Ουίλιαμ Κλάιν και Ούγκο Μούλας.

 

Μπερτ Στερν,
το μοντέλο Τουίγκι με μίνι φόρεμα Λουί Φερό
και δερμάτινα παπούτσια Φρανσουά Βιγιόν (1967),
Vogue.

Ντε΄έιβιντ Μπέιλι,
Μικ Τζάγκερ (1964),
Vogue.

Ούγκο Μούλας,
Μαρσέλ Ντυσάν, 1964

 

Στη δεκαετία του 1970, τα περιοδικά Κοντέ Ναστ είδαν μια συνεχή ανταλλαγή μεταξύ αμερικανικών και ευρωπαϊκών τάσεων, υπό τη σημαία ενός ισχυρού δυναμισμού και μιας αλληλοδιείσδυσης μεταξύ των τεχνών. Ο ερωτισμός έγινε το βασικό στοιχείο στην απήχηση της μόδας και της ομορφιάς: εμβληματικές (και σοκαριστικές, για τους αναγνώστες) είναι οι αποκαλυπτικές σκηνές των φωτογραφήσεων μόδας του Χέλμουτ Νιούτον και της Ντέμπορα Τουρμπεβίγ. Είναι επίσης τα χρόνια του Ντουέιν Μίκαλς, του Ρίτσαρντ Άβεντον, του Άρθουρ Έλγκορτ.

 

Τζακ Ρόμπινσον,
ο ηθοποιός Τζο Νταλεσάντρο (1970),
Vogue

Χάρι Μπένσον,
ο τραγουδιστής Έρικ Μέρκιουρι, 1970,
Vogue © Condé Nast

Τζιάν Πάολο Μπαρμπιέρι,
Μπενεντέτα Μπαρμπιέρι, φορώντας Βαλεντίνο
και κοσμήματα Toppo,
© Gian Paolo Barbieri, Vogue US 1969

 

Όπως σχολιάζει ο Μπρούνο Ρασίν, διευθυντής του Παλάτσο Γκράσι, η ιλιγγιώδης αλληλουχία φωτογραφιών στο Χρονόραμα αντανακλά τον αναβρασμό μιας κοινωνίας που αντιλαμβάνεται τον χρόνο ως μια ατέρμονη κίνηση, πάντα σε αναζήτηση του καινούργιου, ανάμεσα στο όνειρο και τη νοσταλγία, το ιδανικό της ομορφιάς και της παράβασης. Σε μια προσπάθεια, για άλλη μια φορά, να σταματήσει ο χρόνος μέσω της εικόνας.
 

Nota bene 

όλες οι εικόνες © Condé Nast,
προέρχονται από το αρχείο της
που αποκτήθηκε από τη συλλογή Pinault


CHRONORAMA.  Photographic Treasures of the 20th Century
Venezia, palazzo Grassi – Pinault Collection
επιμέλεια: Matthieu Humery
έως 7 Ιανουαρίου, 2024

 

επιμέλεια-κείμενο-μετάφραση: Κάππα Λάμδα
© periopton

 

Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας
η καθ΄οιονδήποτε τρόπο χρήση/αναπαραγωγή/ιδιοποίηση
του παρόντος άρθρου (ολόκληρου ή αποσπασμάτων)

 


με στοιχεία από artedossier