where art is always in focus

18.12.23

Καφέ Περέκ, από τον Ενρίκε Βίλα-Μάτας

11' διάβασμα



Tι συμβαίνει όταν δύο άνθρωποι δεν έχουν την ίδια αίσθηση του χιούμορ; Αποτυγχάνουν να συνδεθούν. Αυτό ισχύει σίγουρα για μένα και τον σερβιτόρο στο Καφέ Ταμπά στην πλατεία του Αγίου Σουλπικίου, ένα καφέ που είναι γνωστό στο κάποιοι το αποκαλούν Καφέ Περέκ. Ο Βιτγκενστάιν είπε ότι όταν δύο άνθρωποι δεν μοιράζονται την ίδια αίσθηση του χιούμορ, είναι σαν, αντίθετα με το έθιμο μεταξύ ορισμένων ατόμων όπου όταν πετάει ο ένας μια μπάλα στον άλλον, ο άλλος να πιάνει την μπάλα και να την πετάει πίσω... υπάρχουν κάποιοι που, αντί να επιστρέψουν την μπάλα, την βάζουν στην τσέπη τους. Αποφασίζω να ξεχάσω τον σερβιτόρο με τη διαφορετική αίσθηση του χιούμορ και να κοιτάξω απέναντι την εκκλησία του Αγίου Σουλπικίου. Βρίσκομαι στην ίδια θέση παρατήρησης όπου, τη δεκαετία του 1970, ο Ζωρζ Περέκ*(1) αποφάσισε να καθίσει και να να καταγράψει αυτή την πλατεία, σημειώνοντας «αυτό που γενικά δεν λαμβάνεται υπόψη, αυτό που δεν παρατηρείται, αυτό που δεν έχει σημασία: τι συμβαίνει όταν δεν συμβαίνει τίποτα άλλο εκτός από τον καιρό, τους ανθρώπους, τα αυτοκίνητα και τα σύννεφα».
Εδώ έγραψε το An Attempt at Exhausting a Place στο Παρίσι, ένα βιβλίο που αποτελείται από μια μακρά, σχολαστική λίστα με όσα είδε στην πλατεία σε διάστημα τριών ημερών. Θυμάμαι ότι το διάβασα με μεγάλη χαρά. Ο Περέκ είχε σημειώσει όλα όσα συνέβαιναν όταν δεν συνέβαινε τίποτα, αποκλείοντας από τη λίστα του μόνο εκείνα τα πράγματα που θα μπορούσαν να θεωρηθούν πολύ σημαντικά και, ειδικότερα, οτιδήποτε είχε ήδη «περιγραφεί, καταγραφεί, φωτογραφηθεί, συζητηθεί ή καταχωρηθεί».


📸© Κ.Λ.
all rights reserved

Πίνω τον καφέ μου και θυμάμαι "Το άλμα με αλεξίπτωτο", ένα λαμπρό σύντομο κείμενο που περιλαμβάνεται στο βιβλίο 'Γεννήθηκα'. Όταν ήταν ακόμα αρχάριος, γύρω στο 1959, στο τέλος μιας συνεδρίασης της σύνταξης του περιοδικού Arguments, ο Περέκ ζήτησε να μιλήσει, και κάποιος, ευτυχώς, αποφάσισε να καταγράψει αυτά που είπε. Ο Περέκ αφηγήθηκε, με τρόπο εμπνευσμένο και συνάμα σεμνό, μια πολύ προσωπική εμπειρία ("Σας το λέω αυτό γιατί είμαι λίγο μεθυσμένος... δηλαδή, έχω πιει ένα ποτό"), την ιστορία της σύντομης θητείας του ως αλεξιπτωτιστή, και την ιστορία του πώς συνειδητοποίησε ότι, στη λογοτεχνία και στη ζωή, πρέπει, πάση θυσία, να "εκτοξεύεσαι", να ρίχνεις τον εαυτό σου στο κενό, "για να πεισθείς ότι αυτό μπορεί ίσως να έχει κάποιο νόημα, μπορεί ενδεχομένως να έχει άγνωστες συνέπειες σ' εσένα".
Τα βιβλία του Περέκ ήταν πάντα ανάμεσα στα βιβλία που, από νωρίς, άλλαξαν τη ζωή μου, βιβλία που θυμάμαι να διαβάζω γοητευμένος, επιστρέφοντας στον συγγραφέα, σελίδα προς σελίδα, κάθε μια από τις ευφορικές μπάλες που μου έριχνε.
Από την αρχή, μπορούσα να καταλάβω ότι ο Περέκ ήταν αδιαχώριστος από τον Ρουσέλ και τον Κάφκα, τους άλλους δύο συγγραφείς που με ενδιέφεραν περισσότερο εκείνη την εποχή, επειδή μου είχαν δείξει ότι ήταν δυνατόν να κάνεις πράγματα με ένα μυθιστόρημα που ήταν σε πλήρη αντιδιαστολή με τις μεθόδους που πρέσβευαν στη χώρα μου. Εκείνες τις μέρες, για κάποιο λόγο, τα πράγματα έμοιαζαν να συμβαίνουν πολύ φυσικά. Και υπήρχε κάτι πολύ φυσικό στον τρόπο με τον οποίο μου προέκυψαν ο Κάφκα, ο Ρουσέλ και ο Περέκ, σχεδόν ταυτόχρονα, και το ίδιο συνέβη και με άλλα βιβλία-κλειδιά, όπως το μυθιστόρημα-πεζογράφημα "Ο Μωπασσάν και ο Άλλος", στο οποίο Αλμπέρτο Σαβίνιο*(2), με το πρόσχημα ότι μιλάει για τον Μωπασσάν, καταλήγει να μιλάει για τα πάντα, γιατί το μόνο που είχε να κάνει ήταν να συνδέσει μια ιδέα, οποιαδήποτε ιδέα, με το κεντρικό, ανύπαρκτο θέμα του. Ή βιβλία όπως "Ο τραγικός μύθος του Angelus του Μιγιέ" του Σαλβαδόρ Νταλί, του οποίου η πολύ ελκυστική μέθοδος εργασίας, μακριά από τα συνήθη δόγματα για το μυθιστόρημα, βασιζόταν επίσης στην συσχέτιση ιδεών, συνειρμούς που απλώνονταν για να σχηματίσουν ένα μωσαϊκό, το οποίο, επεκτεινόμενο για να ακολουθήσει κάθε πιθανή διαδρομή, μεγάλωνε και μεγάλωνε ανεξάντλητα.
Περνάει ένα λεωφορείο με αριθμό 63, και το σημειώνω σχολαστικά μαζί με όλα τα άλλα. Μετά περνάει το 96, που πηγαίνει στο Μονπαρνάς. Τσουχτερό κρύο, γκρίζος ουρανός. Μια κομψή γυναίκα περνάει, κρατώντας ένα μεγάλο μπουκέτο λουλούδια, με τα κοτσάνια προς τα πάνω. Το 96 είναι το ίδιο λεωφορείο που ο Περέκ κατέγραψε στις σημειώσεις του, και το ίδιο που, αργότερα, θα με πάει στο ξενοδοχείο μου εδώ στο Παρίσι, το Littré. Μια αχτίδα ηλίου. Ο άνεμος. Ένα πράσινο Σιτροέν Μεχαρί. Ένα μακρινό πέταγμα περιστεριών. Στιγμές κενού. Χωρίς αυτοκίνητα. Μετά πέντε. Μετά ένα. Νομίζω ότι ο Ναμπόκοφ είπε κάποτε: "Η πλοκή είναι ένας αστικός χυδαϊσμός". Και θυμάμαι τον Τζον Μπάνβιλ να λέει σε μια συνέντευξή του: "Το ύφος βαδίζει θριαμβευτικά προς τα εμπρός και η πλοκή τρέχει πίσω". Ίσως αυτά τα δύο αποσπάσματα να είναι σαν να πετάμε μια μπάλα που δεν θα μας την επιστρέψουν ποτέ εκείνοι των οποίων η αίσθηση του χιούμορ εξακολουθεί να τοποθετεί την πλοκή του δέκατου ένατου αιώνα σε ακλόνητο βάθρο.
Το μυθιστόρημα του μέλλοντος θα θεωρεί την πλοκή μάλλον ανόητη, για κάτι που κάποτε ήταν πολύ δημοφιλές, και θα γελάει με το κλισέ που με βάραινε τόσο πολύ όταν ήμουν νέος, την ιδέα ότι το μυθιστόρημα - "όπως γνωρίζει καλά ο αγγλοσαξονικός χώρος"- ευνοεί πάντα την πλοκή. Χαίρομαι τώρα που γρήγορα συνειδητοποίησα ότι, όπως συμβαίνει με τόσες πολλές ιδέες, δεν υπήρχε κανένας λόγος να θεωρήσω αυτή την πολύ βρετανική ιδέα ως σταθερό, αμετακίνητο κανόνα. Ξέσπασα σε γέλια την ημέρα που άκουσα τον Kουρτ Βόνεγκατ να λέει πόσο λίγες πλοκές υπάρχουν στην πραγματικότητα και πως δεν υπήρχε λόγος να δώσουμε μεγάλη σημασία, αλλά απλά... να ενσωματώσει ένα από αυτά - επιλεγμένο σχεδόν τυχαία - στο βιβλίο που που έγραφες, και μετά να ξοδεύεις περισσότερο χρόνο σε αυτό που πραγματικά είχε σημασία: το ύφος.
Και ποιες ήταν αυτές οι πλοκές; Ο Βόνεγκατ τις ήξερε απ' έξω και είχε μια μάλλον Περεκιανή λίστα: "Κάποιος μπλέκει σε μπελάδες και μετά ξεφεύγει εκ νέου, κάποιος χάνει κάτι και το παίρνει πίσω, κάποιος αδικείται και παίρνει εκδίκηση, η Σταχτοπούτα, κάποιος γλιστράει και απλά πέφτει, πέφτει, πέφτει, άνθρωποι ερωτεύονται ο ένας τον άλλον και πολλοί άλλοι μπαίνουν εμπόδιο, ένα ενάρετο άτομο κατηγορείται ψευδώς για αμαρτία, ένα αμαρτωλό άτομο πιστεύεται ότι είναι ενάρετο, ένα άτομο αντιμετωπίζει μια πρόκληση γενναία, και πετυχαίνει ή αποτυγχάνει...".
Και τι γίνεται όταν δεν συμβαίνει τίποτα; Λοιπόν, μερικές φορές θυμάσαι τις απαρχές της σαγήνευσής σου με τις αντισυμβατικές πλοκές, τη στιγμή που ανακάλυψες ότι ήταν δυνατό να δημιουργήσεις ανεξάρτητα βιβλία με ασυνήθιστες δομές, γεμάτα συνειρμούς και αναστοχασμούς που χτίστηκαν γύρω από απόντα κέντρα. Είναι δώδεκα λεπτά μετά το μεσημέρι. Περνάει ένα φορτηγό του καταστήματος Printemps Brummel.
Ανεμος. Σκέφτομαι εκείνες τις μεθόδους που βασίζονται σε υπερ-συνειρμούς ιδεών που —όπως στα βιβλία του Σαβίνιο και του Νταλί— δεν εξαντλούν ποτέ το θέμα που μελετάται και παρατηρείται. Ένα απόλυτο αριστούργημα αυτού του νέου είδους ήταν, αναμφίβολα, το "Ζωή οδηγίες χρήσεως", στο οποίο εμφανίζονται όλες οι πλοκές του Βόνεγκατ, μόνο και μόνο για να δυναμιτιστούν, μάλλον όπως έκανε ο Φλομπέρ με την Μαντάμ Μποβαρί, όταν πλήρωσε τον ρεαλισμό φτάνοντάς τον στο έσχατο σημείο του: να είναι πιο ρεαλιστής από τους ρεαλιστές. Σκέφτομαι τα είκοσι εννέα χρόνια και έντεκα μήνες από τότε που πρωτοεμφανίστηκε το "Ζωή οδηγίες χρήσεως": ένα βιβλίο που, για πολλούς λόγους - "η καινοτομία της απόδοσής του- η επιτομή μιας αφηγηματικής παράδοσης και η εγκυκλοπαιδική σύνοψη των γνωστών πραγμάτων που προσδίδουν υπόσταση σε μια συγκεκριμένη εικόνα του κόσμου, η αίσθηση του "σήμερα" που φτιάχνεται από τις συσσωρεύσεις του παρελθόντος και τον ίλιγγο του κενού"- ο Ίταλο Καλβίνο θεωρούσε ότι είναι "το τελευταίο πραγματικό "γεγονός" στην ιστορία του μυθιστορήματος μέχρι στιγμής", ένα παζλ όπου το ίδιο το παζλ δίνει στο μυθιστόρημα την πλοκή του και το φορμαλιστικό του σχήμα, στο οποίο, με εκπληκτική φυσικότητα, "η επιδίωξη ενός συγκεκριμένου δομικού σχεδίου και το αστάθμητο στοιχείο της ποίησης γίνονται ένα και το αυτό πράγμα".
Πράγματι, για πολύ καιρό, και για πολλούς ανθρώπους, το "Ζωή οδηγίες χρήσεως" ήταν πραγματικά το τελευταίο πραγματικό γεγονός στην ιστορία του σύγχρονου μυθιστορήματος. Αργότερα εμφανίστηκε το Savage Detectives του Ρομπέρτο Μπολάνιο, το οποίο, με εξαιρετική τόλμη και θάρρος, σήκωσε το γάντι που έριξε ο Περέκ. Μια γκρίζα μέρα, ένα τσουχτερό κρύο. Ανεμος. Ένας κύριος περνάει δίπλα του, μοιάζει με τον «προσωρινά μόνιμο» γραμματέα κάποιας μυστικής εταιρείας αφοριστών. Θα μπορούσε εύκολα να είχε βγει κατευθείαν από μια από τις πιο διασκεδαστικές σελίδες στο 'Σκέψεις επί διαφόρων Θεμάτων' του Περέκ. Θα μπορούσε κάλλιστα να τον λένε Μπεναμπού. Ένα άλλο λεωφορείο με αριθμό 63 περνάει. Μετά ένα 96. Κουρασμένα μάτια. Καταπιεσμένο γέλιο. Διαφορετικές διαθέσεις. Συνεχίζω να κρατάω σημειώσεις. Μια κουρτίνα συσπάται. Η καμπάνα στην εκκλησία του Αγίου Σουλπικίου χτυπά. Το παρελθόν συσσωρεύεται όπως και ο ίλιγγος του κενού, και το σημειώνω δεόντως. -Ενρίκε Βίλα-Μάτας  (μτφρ. Κ.Λ.)

  η μετάφραση είναι πρωτότυπη και υπόκειται σε πνευματικά δικαιώματα


*(1)Ο Ζωρζ Περέκ ήταν ένας Γάλλος μυθιστοριογράφος, δοκιμιογράφος, δημιουργός ταινιών και τεκμηριωτής βιβλιοθηκονόμος. Υπήρξε μέλος της Ομάδας Oulipo ("Ouvroir de littérature potentielle", «Εργαστήρι Δυνητικής Λογοτεχνίας»), μιας άτυπης συγκέντρωσης γαλλόφωνων (κυρίως) συγγραφέων και μαθηματικών που επιδιώκουν να δημιουργήσουν έργα χρησιμοποιώντας περιορισμένες τεχνικές γραφής. 


*(2)Ο Αλμπέρτο Σαβίνιο, ψευδώνυμο του Αντρέα ντε Κίρικο αδελφoύ του Τζόρτζιο ντε Κίρικο, ήταν Ιταλός συγγραφέας, ζωγράφος, συνθέτης και θεωρητικός της τέχνης.

 

πρώτη δημοσίευση:
the threepenny review


Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας
η καθ΄οιονδήποτε τρόπο χρήση/αναπαραγωγή/ιδιοποίηση
του παρόντος άρθρου (ολόκληρου ή αποσπασμάτων)

 

επιμέλεια-μετάφραση: Κάππα Λάμδα

© periopton